τετραπλῶν

τετραπλῶν
τετραπλόος
fourfold
fem gen pl (attic epic)
τετραπλόος
fourfold
masc/neut gen pl (attic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • πάμφιλος — I Όνομα μυθολογικών και ιστορικών προσώπων. 1. Ένας από τους 50 γιους του Αιγύπτου, που τον σκότωσε η σύζυγός του Δαναΐδα Δημοφίλη. 2. Μαθητής του Πλάτωνα και δάσκαλος του Επίκουρου. 3. Αθηναίος Δημαγωγός. Kαταδικάστηκε για κατάχρηση χρημάτων που …   Dictionary of Greek

  • Σχρεϊνεμάκερς, Φραντσίσκους Αντόνιους Χαμπέτους — (Schreinemakers). Ολλανδός φυσικοχημικός (1864 1945). Διατέλεσε καθηγητής του πανεπιστήμιου της Λέιντεν. Έκανε διάφορες επιστημονικές εργασίες και συνέβαλε αποφασιστικά στην ανάπτυξη της φυσικοχημικής ανάλυσης, της πετρογραφίας, της μεταλλουργίας …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”